Θρησκεία
- Home
- Θρησκεία
Θρησκεία
Τα τελευταία χρόνια για τα Αστερούσια Όρη έχουν γραφτεί πολλά επίθετα: «Μαγικά», «επιβλητικά», «απόκοσμα», «μυστηριώδη», «γοητευτικά». Ωστόσο, αν ένα επίθετο μπορεί να τα χαρακτηρίσει περισσότερο από τα άλλα, αυτό είναι το «ιερά». Ανεξαρτήτως θρησκείας και χρονικής περιόδου, τα Αστερούσια υπήρξαν πάντοτε ιερά.
Τα Αστερούσια, αποτέλεσαν το όρος Δίκτυ των Μινωιτών, το Ιερόν Όρος των Κλασικών και το Άγιον Όρος των Χριστιανών.
Ακόμη και το όνομά τους συνδέεται τόσο με την προελληνική όσο και με την Ελληνική θρησκεία, καθώς άλλοι το συσχετίζουν με τον θεοποιημένο Αστερίωνα, τον γιο του βασιλιά Μίνωα κι άλλοι με τη λησμονημένη λατρεία του Διός Αστερίωνος.
Η λατρεία του βουνού
Στα Αστερούσια Όρη βρίσκονται εκ των αρχαιοτέρων εγκαταστάσεων (προανακτορικοί οικισμοί και θολωτοί τάφοι) του πρώτου πολιτισμού της Ευρώπης. Αν και δεν έχει αποσαφηνιστεί ποια ήταν η θρησκεία των κατοίκων, όλα δείχνουν πως αντικείμενο λατρείας ήταν το ίδιο το βουνό.
Ιερά Κορυφής έχουν εντοπιστεί σε πολλές κορυφές των Αστερουσίων. Το σημαντικότερο όλων ήταν το Ιερό Κορυφής του Κόφινα, ένα από τα μεγαλύτερα και αρχαιότερα του μινωικού κόσμου που κυριαρχούσε στη θρησκευτική συνείδηση των πιστών Μινωιτών για αιώνες.
Αξίζει να σημειωθεί πως το Ιερό Κορυφής του Κόφινα, παρότι ήταν το υψηλότερο του μινωικού κόσμου, δεν ήταν χτισμένο στην κορυφή. Βρισκόταν σε χαμηλότερο σημείο, μπροστά από την κορυφή, καθιστώντας την ίδια, αντικείμενο λατρείας. Εξάλλου, τα χιλιάδες ειδώλια, που έχουν περισυλλεγεί από τον Κόφινα, τοποθετούνταν από τους λάτρεις στις σχισμές των βράχων, καθώς εναπόθεταν στο ίδιο το βουνό την προστασία ή τη θεραπεία των πονεμένων τους μελών. Μάλιστα, ο Κόφινας υπήρξε όρος «Δίκτυ», δηλαδή όρος «ιερό» και το σπήλαιο του Αγίου Αντωνίου, υπήρξε «Δικταίον Άντρον», δηλαδή «ιερό σπήλαιο».
Ταυτόχρονα με τη λατρεία στις κορυφές συνυπήρχε και η λατρεία στα έγκατα της γης. Έτσι, εκτός από τα ιερά κορυφής, υπήρχαν τα ιερά σπήλαια, δεκάδες εκ των οποίων έχουν εντοπιστεί σε ολόκληρη την έκταση των Αστερουσίων. Σημαντικότερο όλων -κατά τη Μινωική περίοδο- φέρεται να υπήρξε το ανεξερεύνητο σπήλαιο των Αγίων, δυτικά του Κουδουμά. Στο βάθος του υπάρχει ο «ιερός πεσσός», ένα σύμπλεγμα σταλακτίτη – σταλαγμίτη που έχει ενωθεί σε μορφή κίονα – πεσσού και θεωρείτο το στήριγμα του κόσμου, η κολώνα που συγκρατεί τη γη.
Η μινωική θρησκεία και το Δωδεκάθεο
Με την πάροδο των αιώνων η μινωική θρησκεία ξεκίνησε να παίρνει μορφή. Τα φυσικά φαινόμενα που λατρεύονταν στην αρχή, μετατράπηκαν σε ανθρωπόμορφες θεότητες. Η Θεά Μητέρα, η «Πότνια Θηρών» και ο Θεός της Βλάστησης εξελίχθηκαν και αποτέλεσαν μάλιστα, τη βάση του Ελληνικού Δωδεκάθεου. Την ίδια χρονική περίοδο, με την κάθοδο των Ελληνικών φύλων, ο Μινωικός πολιτισμός ξεκίνησε να εξελληνίζεται. Όμως τα Αστερούσια αντιστάθηκαν, αποτελώντας την επικράτεια των Ετεοκρητών, δηλαδή των τελευταίων Γνήσιων Κρητών. Τη μεταβατική εκείνη περίοδο τα Αστερούσια δεν έχασαν την ιερότητά τους, συνεχίζοντας τη λατρεία στη φύση, με το περιβάλλον να αποτελεί τον απέραντο φυσικό ναό των Αστερουσίων.
Τη Γεωμετρική περίοδο στην περιοχή του Κόφινα παρατηρήθηκε μια θρησκεία με χθόνια στοιχεία. Στον Λογαρότοπο έχουν εντοπιστεί πολυάριθμοι τάφοι που δεν αντιστοιχούν σε κάποια ανάλογη κοντινή εγκατάσταση. Πιστεύεται ότι στον πανάρχαιο αυτό τόπο λατρείας, επέλεγαν να ταφούν κάποιοι πιστοί, οι οποίοι και με τον θάνατό τους, προσπαθούσαν να αντισταθούν στα νέα ήθη των φυλών από τον Βορρά. Σχετικός με την εποχή και τα λατρευτικά της έθιμα είναι και ο τοίχος που ξεκινά από τη θέση Μετζολατί, ακριβώς από το σημείο του αρχαίου ιερού, και προχωρεί βόρεια, ο οποίος είναι μέχρι και σήμερα ορατός επιφανειακά. Έχει υποστηριχτεί ότι ο τοίχος αυτός χώριζε και οριοθετούσε δύο επικράτειες που επέβλεπε το ιερατείο και καθιέρωνε το Μινωικό ιερό. Μάλιστα, μέχρι και σήμερα οι κτηνοτρόφοι της περιοχής παρατηρούν ότι ο ίδιος τοίχος χωρίζει την επικράτεια των πουλιών.
Η δύναμη των Κρητών ήταν ανέκαθεν η επιβολή τους σ΄ αυτούς που τους κατακτούσαν. Οι εκάστοτε κατακτητές δεν αλλοίωναν τους Κρήτες, αλλά έφευγαν οι ίδιοι επηρεασμένοι. Το ίδιο συνέβη και με τα ελληνικά φύλα που, ανάμεσα στα άλλα, υιοθέτησαν από τους Κρήτες και τη θρησκεία. Έτσι, η Μεγάλη Μητέρα θα γίνει αλλού Δήμητρα, αλλού Αθηνά και αλλού Εστία, η «Πότνια Θηρών» θα γίνει Άρτεμις ή Βριτόμαρτις και ο νεαρός Θεός της Βλάστησης θα γίνει ο Δίας.
Στα Αστερούσια, την εποχή εκείνη, κυριάρχησε η λατρεία του Δία που λατρεύτηκε με τα επώνυμα Σκίλλιος, Άρβιος, και Αστέριος ή Αστερίωνας. Ο Κρηταγενής Δίας βρήκε στα Αστερούσια, το όρος Δίκτυ και το Δικταίον Άντρον, τη γέννησή του, ενώ έδωσε και το όνομά του σε ολόκληρο το βουνό.
Παράλληλα με τον Δία, στα Αστερούσια λατρεύτηκαν μινωικές θεότητες προσαρμοσμένες στη νέα κατάσταση, όπως ήταν η Ειλειθυία (Θεά του Τοκετού) και ο Ασκληπιός (Θεός της Υγείας). Η λατρεία του Ασκληπιού πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις κατά τη Ρωμαϊκή Περίοδο, με Ασκληπεία στην Αγία Κυριακή κοντά στο Αγιοφάραγγο, στον Λέντα, στον Άγιο Ιωάννη Καπετανιανών και στον Άγιο Νικήτα Αχεντριά. Μάλιστα το Ασκληπιείο του Λέντα απέκτησε παγκόσμιες διαστάσεις, αφού σε αυτό κατέφευγαν άνθρωποι και από τη Βόρεια Αφρική.
Η απαρχή του Χριστιανισμού
Όμως το έδαφος στα Αστερούσια ήταν πρόσφορο και για τον Χριστιανισμό. Μεγάλη ευλογία για τα Αστερούσια υπήρξε το πέρασμα του Αποστόλου Παύλου που κήρυξε και ίδρυσε την Εκκλησία της Κρήτης. Ο Απόστολος Παύλος βρέθηκε δύο φορές στα Αστερούσια. Η πρώτη φορά αφορά το γνωστό ναυάγιό του και την παραμονή στους Καλούς Λιμένες. Η αναφορά και μόνο του γεγονότος στην Καινή Διαθήκη αρκούσε για να καταστήσει τον τόπο ιερό.
Αιώνες μετά, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, κάθε χριστιανός, ανεξαρτήτου δόγματος, μνημόνευε στις προσευχές του τους Καλούς Λιμένες, τη Λασαία και τα Αστερούσια.
Υπήρξε, ωστόσο, και μία ακόμη επίσκεψη στην Κρήτη, η οποία δεν συμπεριλαμβάνεται στις πράξεις των Αποστόλων, αλλά υπαινίσσεται στην προς Τίτο Επιστολή. Όλοι οι ερευνητές των γραφών αποδέχονται ότι ο Παύλος και πάλι μέσω των γνώριμών του Αστερουσίων, επισκέφθηκε την πρωτεύουσα της Κυρηναϊκής, Γόρτυνα, κατά την τέταρτη αποστολική περιοδεία του, όπου εγκατέστησε τον Τίτο ως πρώτο Επίσκοπο Κρήτης.
Θρύλοι σε όλα τα Αστερούσια διασώζουν τη μνήμη του κοσμοϊστορικού περάσματος, συνοδευόμενη με σειρά ναών ή αρχαιολογικών λειψάνων (Παράνυφοι, Καματερά, Οδηγήτρια, Άη Γιάννης, Μέλικα και κ.ά.).
Η θρησκεία κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο
Ο σπόρος του κηρύγματος του Αποστόλου των Εθνών βρήκε κατάλληλο έδαφος στα Αστερούσια. Οι κάτοικοί του ασπάστηκαν αμέσως τον Χριστιανισμό. Ήδη τον 13ο αιώνα, κάτοικοι των ακμαίων πόλεων των Αστερουσίων, παρά τους φοβερούς διωγμούς των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, ακολουθούσαν με σθένος τη Νέα θρησκεία, θυσιάζοντας ακόμα και τη ζωή τους. Πρόκειται για τον παγκόσμιο Άγιο Πόμπιο από τη Λεβήνα που με το τίμιο αίμα του σφράγισε την πρώτη σελίδα της Χριστιανικής πλέον πορείας του Ιερού βουνού.
Μετά την παύση των διωγμών, σε όλα τα παράλια των Αστερουσίων χτίστηκαν πολυάριθμες βασιλικές. Λαμπρές παλαιοχριστιανικές βασιλικές έχουν εντοπιστεί σε όλη τη νότια ακτή, αλλά και σε ιστορικές τοποθεσίες των υπολοίπων Αστερουσίων, όπως είναι (ενδεικτικά) η Λεβήνα, η Ίνατος, η Ράξος, οι Άγιοι Ευτυχιανοί, ο Άγιος Κύριλλος, οι Καλοί Λιμένες, ο Λέντας, ο Τσούτσουρας, ο Χάρακας, τα Καστελλιανά.
Ο μοναχισμός
Κατά την πρώτη Βυζαντινή περίοδο τα Αστερούσια συσχετίστηκαν με μεγάλους Αγίους της Εκκλησίας, όπως (ενδεικτικά) οι Επίσκοποι Κύριλλος, Ευμένιος, Ευτυχιανός και μια μεγάλη σειρά οσίων μορφών. Κορυφαίος όλων αναδείχθηκε ο Άγιος Ανδρέας Κρήτης που συνήθιζε να καταφεύγει στα Αστερούσια για να ησυχάζει και να εμπνευστεί. Μάλιστα, εικάζεται ότι, στα Αστερούσια συνέταξε το κορυφαίο έργο του «Τον Μεγαλοκανόνα» και ακούστηκε για πρώτη φορά το «ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;».
Όμως, από τα Αστερούσια ξεκίνησε και ο Επανευαγγελισμός της Κρήτης κατά τη Β’ Βυζαντινή περίοδο. Στη Ράξο άκουσε τη θεϊκή Φωνή ο Ιωάννης που του έδωσε την εντολή να ανακαλύψει τους τάφους των Αγίων.
Ωστόσο, επειδή τα Αστερούσια δεν ανέκαμψαν οικιστικά, όλος ο ορεινός όγκος, παρέμεινε έρημος και ο μοναχισμός γνώρισε τη μεγαλύτερή του ακμή ενώ, παράλληλα, αναπτύχθηκε και ο οργανωμένος μοναχισμός με σημαντικότερο το μοναστήρι των Αγίων Ευτυχιανών. Τα Αστερούσια αποτέλεσαν πλέον το Άγιο Όρος της Κρήτης.
Η Νοερά Προσευχή
Το κορυφαίο όμως επίτευγμα του μοναχισμού των Αστερουσίων με ασύλληπτες διαστάσεις στην εξέλιξή του, είναι η Νοερά και μόνη αυθεντική προσευχή που αναφέρεται και ως «Καρδιακή», επειδή στοχεύει να οδηγήσει το νου στην καρδιά. Οι πρώτοι σπόροι εντοπίστηκαν στο Μοναστήρι του Βαθμού, βλάστησαν και καρποφόρησαν στο Μοναστήρι του «Κύριε Ελέησον» , και από εκεί σε όλα τα Αστερούσια. Τον ορισμό της συνέταξε ο Ιωσήφ Βριένιος, συνοδοιπόρος του Φιλαγρίου.
Ο όσιος Γρηγόριος βρέθηκε στα Αστερούσια τον 14ο αιώνα όταν οι Αντιρρητές θεολόγοι άρχισαν να συγκεντρώνονται γύρω από τον Κόφινα. Εκεί συνάντησε τον Αρσένιο και πολλούς άλλους Άγιους ασκητές από τους οποίους διδάχτηκε τον «Θεωρητικόν Βίον», τη «Νήψιν» και την «Καθαράν Προσευχήν», την οποία μετέφερε στο Άγιο Όρος και την τελειοποίησε σε τρία στάδια.
Αποτέλεσμα της Νοεράς Προσευχής ήταν το μεγάλο πανορθόδοξο κίνημα του ησυχασμού, η άνθιση του ασκητισμού και η νηπτική μυστική θεολογία. Αν σήμερα η Αγία Πολιτεία του Άθωνα μπορεί να πει κάτι στην ψυχή των κατοίκων και των επισκεπτών της αυτό οφείλεται στη Νοερά Προσευχή που μεταλαμπαδεύτηκε από το Άγιο Όρος της Κρήτης.
Οι Αντιρρητές θεολόγοι
Την περίοδο της Βενετοκρατίας, δημιουργήθηκε στην Κρήτη μία νέα κατάσταση με την ιδιότυπη και καταναγκαστική ουνία που επέβαλε το Βατικανό και οδήγησε λαμπρούς κληρικούς να αναζητήσουν χώρο δράσης στα έρημα και απομακρυσμένα Αστερούσια. Οι Κατακτητές και κυρίως το Βατικανό σκέφτηκαν ότι ο μόνος τρόπος να ελέγξουν τους Κρήτες, ήταν να τους αλλοιώσουν το εθνικό φρόνημα. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό ήταν να τους αποκόψουν από την Ορθοδοξία. Έτσι απαγόρευσαν την παρουσία Ορθοδόξων Ιεραρχών στην Κρήτη. Στη θέση τους τοποθέτησαν ρωμαιοκαθολικούς επισκόπους, με τον ίδιο τίτλο και την ίδια διαδικασία. Οι Κρήτες ήταν υποχρεωμένοι να μνημονεύουν τον Πάπα της Ρώμης και όχι τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο επέτρεψε σε απλούς μοναχούς να εγκατασταθούν στην Κρήτη και αυτοί να καθοδηγούν τους Ορθοδόξους Κρήτες.
Τότε, εμφανίστηκαν στην Κρήτη οι Αντιρρητές θεολόγοι, οι οποίοι ήταν μορφωμένοι και αργότερα στελέχωσαν ολόκληρη την ορθοδοξία. Κορυφαίος όλων ήταν ο μοναχός Ιωσήφ Φίλαγρης ή Φιλάγριος, ο οποίος καταγόταν από τον Χάνδακα. Σε αυτόν έδωσε το Πατριαρχείο τον τίτλο του «Διδασκάλου και Δικαίου Κρήτης» που σκοπό είχε να διδάξει και να διαφυλάξει την πίστη, την γλώσσα και την Εθνική ταυτότητα των Κρητών. Δεν μπορούσε όμως να επιτελέσει το έργο του στην πρωτεύουσα της Κρήτης, καθώς η Βενετική διοίκηση και ο στρατός δεν θα επέτρεπαν ποτέ κάτι τέτοιο. Έτσι στα μέσα του 14ου αιώνα εγκατέλειψε την πόλη και εγκαταστάθηκε στα Αστερούσια.
Στο Λουσούδι, ένα μέρος δυσπρόσιτο και απομακρυσμένο, ίδρυσε τη Μονή των Τριών Ιεραρχών, όπου εγκαταστάθηκε ο ίδιος και σημαντικός αριθμός μαθητών. Στη σχολή αυτή του Φιλάργιου διδάσκονταν φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, δογματική, παροιμίες, λόγια σοφών. Ιδιαίτερη όμως βαρύτητα έδινε στους αρχαίους συγγραφείς και κυρίως στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Η δραστηριότητα του Φιλαργίου είναι ανυπολόγιστης σπουδαιότητας. Όταν όλη η Ευρώπη βρισκόταν στον Μεσαίωνα, ένας μοναχός στα απομακρυσμένα Αστερούσια δίδασκε, σχολίαζε και διέδιδε τον Αριστοτέλη.
Η θρησκεία κατά την Οθωμανική κατοχή
Για δεύτερη φορά, όμως, διακόπτεται η λαμπρή πορεία των Αστερουσίων. Οι Οθωμανοί κατέκτησαν την Κρήτη διακόπτοντας την Κρητική Αναγέννηση και καταστρέφοντας ό,τι είχε δημιουργήσει.
Τα Αστερούσια έγιναν πεδίο μάχης, καθώς σε αυτά κατέφυγαν οι τελευταίοι υπερασπιστές, κρυμμένοι μέσα στην πυκνή βλάστηση των πολύπτυχων βουνών. Για δέκα συνεχόμενα χρόνια, οι Τούρκοι έκαιγαν τα δάση των Αστερουσίων, απογυμνώνοντάς τα για να μπορούν έτσι να ελέγξουν τους Χαΐνιδες. Τα μοναστήρια καταστράφηκαν και παρέμειναν μόνο δύο: Αυτά των Απεζανών και της Μονής Οδηγήτριας.
Τον 19ο αιώνα ο μοναχισμός των Αστερουσίων πήρε διαφορετική μορφή. Ο μοναχός μετατράπηκε σε πολεμιστή. Είναι η εποχή που στα μοναστήρια των Αστερουσίων κατέφευγαν όσοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν τον κατακτητή. Ο μοναχισμός έγινε πράξη αντίστασης. Οι καπετάνιοι μοναχοί έλαβαν μέρος σε όλες τις μεγάλες επαναστάσεις. Κορυφαία περίπτωση αποτελεί ο Αστερουσιανός Ιωάσαφ Μαρκάκης, ο θρυλικός Ξωπατέρας, ο οποίος θα δώσει στη Μονή Οδηγήτριας την πιο παράδοξη μάχη της ιστορίας: Ένας εναντίον χιλιάδων!
Την κατάσταση αυτή ήρθαν να επαναφέρουν οι αυτάδερφοι μοναχοί, Παρθένιος και Ευμένιος Χαριτάκης. Δύο μεγάλοι Άγιοι που πέρασαν όλη τους τη ζωή στα Αστερούσια καταλήγοντας στη Μονή Κουδουμά την οποία και επανίδρυσαν.
Τον 19ο αιώνα αναδείχτηκαν, επίσης, άλλες Άγιες μορφές στα Αστερούσια, όπως ο κοιμηθείς προ ολίγων ετών Θεόδωρος στο Κεφάλι και ο Όσιος Ευμένιος Σαριδάκης.
Την έντονη λατρευτική δραστηριότητα των Μινωικών και Προχριστιανικών αιώνων διαδέχτηκε η Χριστιανική θρησκεία που, μάλιστα, αφομοίωσε και διατήρησε προχριστιανικά έθιμα, τα οποία επιβιώνουν αναλλοίωτα μέχρι τις μέρες μας, όπως είναι τα ιερά ενύπνια και η δεντρολατρεία. Στην κορυφή του Κόφινα πλησίον του Λουσουδιού κάθε χρόνο μέχρι και σήμερα, τελείται η αυθεντικότερη τελετή δεντρολατρείας.
Έτσι, αν κάτι συγκινεί περισσότερο απ’ όλα αναφορικά με το «Ιερό Βουνό» της Κρήτης είναι τόσο η ιστορική αναδρομή στη θρησκευτική του ιστορία όσο και η διαχρονικότητα της θρησκευτικής του παράδοσης.
Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης